14.6.06

ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ

Από το blog «Μπουκάλια στο πέλαγος» (http://www.philology.gr/blog/?=120) του «Αταίριαστου» αναδημοσιεύω το post με τον τίτλο «οι αντιφάσεις των πιστών», γιατί συμβάλλει νομίζω, στο ξεβράκωμα όσων το παίζουν «χριστόπιστοι» και με πολύ χιούμορ λέει κάποιες βασικές αλήθειες, που αν τις παραδεχτούν θα πάψουν να ζουν μέσα στο ψέμα, το σκοτάδι του φανατισμού, το μαρτύριο των ενοχών και το άγχος της «σωτηρίας»!
Όταν οι φίλοι μου που είναι «πιστοί» χριστιανοί με ψέγουν για την αθεΐα μου, εφόσον έχω όρεξη, περνάω στην αντεπίθεση: τονίζω ότι εγώ είμαι τουλάχιστον ειλικρινής με τον εαυτό μου, ενώ αυτοί ζουν μέσα στην αντίφαση, αφού υποκρίνονται ότι είναι καλοί χριστιανοί τη στιγμή που έχουν παραβιάσει τις περισσότερες από τις εντολές της χριστιανικής θρησκείας. Αν με παραζορίσουν λοιπόν, αρχίζω τις ενοχλητικές ερωτήσεις:
«Εσύ, ήσουν εγκρατής πριν παντρευτείς, ή έκανες προγαμιαίο σεξ; Δε βλέπεις τσόντες στο Filmnet; Δε σου τρέχουν τα σάλια για την πιτσιρίκα με το μίνι που περνά λυγιστή και κουνιστή; Δε βρίζεις και καμιά φορά μάλιστα (αντίχριστο κτήνος!) το Χριστό και την Παναγία; Από πότε έχεις να εξομολογηθείς; Από πότε έχεις να μεταλάβεις;» Αν μάλιστα ο συνομιλητής έχει και κανένα δίμηνο να πατήσει στην εκκλησία, τότε δίνω το τελειωτικό χτύπημα (ως γνωστόν αν λείψεις για πάνω από τρεις συνεχόμενες Κυριακές από τη λειτουργία θεωρείται ότι έχεις αποκοπεί πλέον από την εκκλησία).
Συνήθως στέκομαι σ’ αυτά τα εξωτερικά γνωρίσματα του καλού χριστιανού και δε θίγω άλλα, πιο βαθιά, όπως π. χ. αν γύρισαν το αριστερό μάγουλο όταν έφαγαν τη χαστούκα στο δεξί ή αν πούλησαν τα υπάρχοντά τους για να τα μοιράσουν στους φτωχούς και τέτοια μεταφυσικά.
Όμως, αντί να παραδεχτούν τη συντριβή τους και να τρέξουν στον πλησιέστερο εξομολόγο για να σώσουν ό,τι προλαβαίνουν, προσπαθούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Θέλουν να με πείσουν ότι, αν και τα έκαναν όλα αυτά, δεν αμάρτησαν, αλλά αντιθέτως όλα είναι εντάξει. Ε, κι αν υπέπεσαν και σε κανένα παραπτωματάκι στο τέλος ο καλός θεούλης ξέρει να συγχωρεί.
Ακούω λοιπόν να υποστηρίζουν με πάσα σοβαρότητα:
«Ναι, είμαι πιστός χριστιανός, αλλά το προγαμιαίο σεξ δεν είναι κακό».
«Εντάξει, πιστεύω, αλλά είναι δικαίωμά μου να μη θέλω να εξομολογηθώ τα προσωπικά μου σε κάποιον άγνωστο».
«Δε θα γυρίσω να κοιτάξω μια ωραία γυναίκα; Ναι, είμαι χριστιανός αλλά είμαι και άντρας!» Με λίγα λόγια είναι σα να μου λένε ότι πιστεύουν σε ένα χριστιανισμό πιο light, πιο προσαρμοσμένο στις σύγχρονες ανάγκες, όχι τόσο αυστηρό όπως ο χριστιανισμός, που καθιέρωσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας.
Ακολουθεί διάλογος που καταλήγει σε εκνευρισμό:
- Άρα είσαι αιρετικός, γιατί δεν το λες τόση ώρα;
- Ε, όχι και αιρετικός!
- Μα αφού πιστεύεις στο Χριστό και στα διδάγματά του αλλά όχι σε πολλές από τις επιταγές της εκκλησίας, άρα δεν ανήκεις στην ανατολική ορθόδοξο εκκλησία, εφόσον έχεις απορρίψει κάποια στοιχεία.
- Ρε παιδάκι μου, φυσικά και είμαι μέλος της εκκλησίας της Ελλάδας, αλλά πώς να το κάνουμε, μερικά πράγματα δεν μπορούν να ισχύουν στην εποχή μας. Είναι δυνατόν να μην κάνεις προγαμιαίο σεξ;
- Μα δεν είναι αιώνιες και αναλλοίωτες οι επιταγές της θρησκείας; Είναι δυνατόν να τις αλλάζουν οι άνθρωποι ανάλογα με την εποχή τους;
Στο τέλος εκνευρίζονται και μου λένε ότι είμαι ο τελευταίος που δικαιούται να τους κρίνει κι ότι θα κριθούν αρμοδίως όταν έρθει η ώρα τους και καλά θα κάνω να ανησυχώ για τον εαυτό μου. Κι εγώ πάλι απαντώ ότι ζουν σαν να μην πρόκειται να κριθούν ποτέ κι ότι κατά τα άλλα δεν διαφέρουμε σε τίποτα, αλλά μόνο στο βαθμό ειλικρίνειας και στο τέλος γίνεται ένας ψιλοχαμός και σταματάμε την κουβέντα, γιατί απειλούνται να κοπούν καλημέρες…
Πέρα από την πλάκα πάντως, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι είναι δύσκολο τη σήμερον ημέρα να είσαι σωστός χριστιανός. Αυτό που θεωρείται αμαρτία είναι καθημερινά γύρω μας (και μέσα μας). Ανοίγεις την τηλεόραση θα πέσεις σε μία σκηνή σεξ, ωπ! αμαρτία. Ανοίγεις ένα περιοδικό θα δεις μία γυμνή, να την πάλι η αμαρτία. Φοράς προφυλακτικό όταν εκτελείς τα συζυγικά σου καθήκοντα, γιατί κρίνεις ότι τα τρία παιδιά είναι αρκετά, άρα το κάνεις για την ηδονή κι όχι για τεκνοποίηση, αμαρτία κι εδώ. Ρίχνεις μια ματιά στην πεταχτούλα γειτόνισσα, γράφει το κοντέρ της αμαρτίας. Ακόμη και μέσα σε σπηλιά να πας να μείνεις, να φοράς τσουβάλι, να τρως ακρίδες και μέλι, να βλέπεις σε θηλυκό μόνο αρκούδες, το μυαλουδάκι σου όλο και κάποιο βυζί θα ονειρευτεί, πάρε κι άλλη αμαρτία. Κι αν σου σηκωθεί και πάει το χεράκι προς τα κει για να κατευνάσει τα πάθη, πάει ο παράδεισος!
Εγώ γι’ αυτό ακριβώς απαρνήθηκα την πίστη μου: γιατί ζούσα μέσα στο άγχος. Ό,τι κι αν έκανα, ο φόβος της κόλασης ήταν επικρεμάμενος πάνω από το κεφάλι μου. Τι έκανα τώρα; Αμάρτησα; Ήταν βαριά η αμαρτία ή συγχωρητέα; Θα πάω στον παράδεισο ή θα καώ στην κόλαση; Απορώ όμως: όλοι αυτοί που δεν μπόρεσαν να κάνουν αυτήν την υπέρβαση, αυτοί που πιστεύουν στο χριστιανισμό, άρα στον παράδεισο και την κόλαση, πώς μπορούν και ζουν μέσα στην καλή χαρά; Γιατί δεν τρελαίνονται από την αγωνία όπως τότε εγώ; Μάλλον έχουμε να κάνουμε με την κλασική ελληνική κουτοπονηριά. Η πλειοψηφία των συμπατριωτών μας λένε ότι πιστεύουν για να τα έχουν καλά με τον Ύψιστο και κάνουν και τη ζωάρα τους, έχοντας βέβαια κατά νου, όταν πατήσουν τα ογδόντα και δεν θα μπορούν να φάνε, να πιούνε, να πηδήξουν, τότε να ζητήσουν συγχώρεση, να κάνουν και καμία αγαθοεργία και όλα εντάξει και μέλι γάλα.
Αλλά και μια άλλη εκδοχή μου φαίνεται ισχυρότερη. Μπορεί να μας έκατσε εδώ και δυο χιλιάδες χρόνια ο χριστιανισμός, αλλά κατά βάθος ο αρχαίος Έλληνας επιβίωσε μέσα μας. Ο οποίος αρχαίος Έλληνας δεν ήταν για την πλάκα σοφός. Κοιτούσε να το φχαριστηθεί όσο ζούσε, γιατί ήξερε ότι μετά το θάνατο, ό,τι κι αν έκανε στην επίγεια ζωή, τον περίμενε ο μαύρος Άδης. Ενώ ο χριστιανός στη μεταθανάτια ζωή περιμένει να μετοικήσει «εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναψύξεως, ένθα απέδρα πάσα λύπη και στεναγμός», ο Έλληνας (αρχαίος και νέος) ξέρει ότι «εδώ είναι ο παράδεισος κι η κόλαση εδώ» -που ’λεγε κι η Μοσχολιού- και μετά το κακάρωμα, μαυρίλα.
Όσο λοιπόν ο πιστός χριστιανός θα προσπαθεί να συμβιβάσει τις δύο αυτές -τελείως αντίθετες μεταξύ τους- κοσμοθεωρίες, είναι φυσικό να ζει μέσα στις αντιφάσεις.

2 σχόλια:

Κώστας είπε...

Αγαπητέ minimalist,

το ποστ που αναδημοσίευσες από
τον Ναυαγό, ήταν εξαιρετικό. Βασικά το ανακάλυψα στο δικό σου
ιστολόγιο και ακολούθησα την
παραπομπή.

Έτσι λοιπόν σού στέλνω ένα απόσπασμα από τον «λύκο τής στέπας» τού Έρμαν Έσσε το οποίο
- όπως έγραψα στον Ναυαγό -
ταιριάζει γάντι στον τύπο τού
χριστιανού που περιέγραψε:

«Ένας άνθρωπος μπορεί, αν θέλει, να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στην
πνευματική άποψη των πραγμάτων,
ν’ αναζητήσει το θεό, να επιζητήσει το ιδανικο της αγιότητας. Από την άλλη μεριά, μπορεί εξίσου να παραδοθεί
στη ζωή των ενστίκτων, στις
ηδονές της σάρκας, και όλες του
οι προσπάθειες να αποβλέπουν
στην ικανοποίηση των παροδικών
του επιθυμιών. Ο ένας δρόμος οδηγεί στον άγιο, στο μαρτύριο
του πνεύματος και στην παράδοση στο θεό ۠۠ ο άλλος οδηγεί στην ακολασία, στο μαρτύριο της
σάρκας, στην παράδοση στη διαφθορά. Εκεί ανάμεσα είναι
που ο αστός θέλει να βαδίσει.
Δεν θα παραδοθεί ποτέ ούτε στη φιληδονία ουτε στον ασκητισμό.
Δε θα γίνει ποτέ μάρτυρας, μα
ούτε και θα δεχθεί την
αυτοκαταστροφή του. Ιδανικό
του είναι να μη δοθεί σε
τίποτα, αλλά να διατηρήσει την αυτοτέλειά του. Δεν αγωνίζεται ούτε για την αγιότητα, μα
ούτε και για το αντίθετό της. Είναι ίσως πρόθυμος να υπηρετήσει το θεό, αλλά χωρίς να εγκαταλείψει τις σαρκικές απολαύσεις. Είναι πρόθυμος να ακολουθήσει τις απαιτήσεις της αρετής, αλλά
του αρέσει και η βολή του κι η άνεσή του σ’ αυτό τον κόσμο. Κοντολογίς, ο στόχος του είναι
να βρει μια θέση ανάμεσα στις
δυο ακραίες περιοχές, σε μια εύκρατη ζώνη χωρίς βίαιες καταιγίδες και θύελλες ۠ (...) εκείνο που λογαριάζει πιό πολύ
απ’ όλα είναι το εγώ του (όσο στοιχειώδες κι αν είναι). Έτσι, θυσιάζοντας την ένταση των αισθημάτων, πετυχαίνει την αυτοσυντήρηση και την ασφάλειά του. Εκείνο που κερδίζει είναι
μια εφησυχασμένη συνείδηση,
που την προτιμάει από την
αφιέρωση και την υποταγή στο
θεό, όπως προτιμάει την άνεση
αντί για την ηδονή, το βόλεμα
αντί για την ελευθερία και μια ήπια θερμοκρασία αντί για κείνη την θανάσιμη εσωτερική φλόγα.
Ο αστός, συνακόλουθα, είναι
από τη φύση του ένα πλάσμα με αδύναμες παρορμήσεις, φοβισμένο, ανίκανο να εκδηλωθεί ελεύθερα
και ευκολοκυβέρνητο.»

Καλή σου νύχτα.

Ανώνυμος είπε...

@KOSTAS

Ω ναι, με τη διαφορά ότι
1) Ο Herman Hesse είπε και πολλά άλλα πράγματα που δεν οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρέπει κανείς απαραίτητα να δεχτεί αυτή την επιλογή ανάμεσα σε Θεό και "Αμαρτία".
2) Δεν είναι τυχαίο ότι μόλις έπιασα στα χέρια μου τη "Μαρία Νεφέλη" του Οδυσσέα Ελύτη, εκείνη την εποχή που διάβαζα Εσσε, άρχισα να προτιμώ τον Ελύτη από τον Εσσε.

Από τη στιγμή που μπερδεύουμε τον Ερωτα με την Αμαρτία... ΧΕΣΕ ΜΕΣΑ.
:)