28.9.06
27.9.06
ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΣΤΑ ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ
Τελευταία, στα Δημοτικά σχολεία έχουν διορισθεί καθηγητές ξένων γλωσσών, καλλιτεχνικών μαθημάτων, μουσικής και γυμναστικής, επειδή τα μαθήματα αυτά δεν μπορούν να τα διδάξουν επαρκώς οι δάσκαλοι. Νομίζουμε ότι πρέπει να διορισθούν και θεολόγοι, διότι οι δάσκαλοι δεν έχουν επαρκή θεολογική μόρφωση και μερικοί από αυτούς μάλιστα δεν πιστεύουν η δαπανούν τη διδακτική ώρα που προβλέπει το πρόγραμμα για άλλες δραστηριότητες. Επομένως δεν μπορούν να διδάξουν το μάθημα των Θρησκευτικών, το οποίο θέλει όχι μόνο θεολογική κατάρτιση, αλλά και πίστη και ευσέβεια(!) Τα Θρησκευτικά διδάσκονται βέβαια στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο λίγες ώρες, αλλά οι βάσεις της θρησκευτικής αγωγής μπαίνουν στη μικρή ηλικία των 7-12 ετών. (Ε, βέβαια, νωρίς-νωρίς τα γίδια στο μαντρί, μετά…μπορεί να τα χάσουμε!)
Στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο τα παιδιά ασχολούνται περισσότερο με τα άλλα μαθήματα, δεν έχουν καιρό να προσέξουν τα θρησκευτικά. ενώ τα παιδιά του Δημοτικού είναι πιο δεκτικά και εύπλαστα. Γι’ αυτό επιβάλλεται να τους δοθεί νωρίς σωστή θρησκευτική αγωγή και παιδεία(!). Για το λόγο αυτό, θεωρούμε, μια και βρισκόμαστε στην εποχή της εξειδίκευσης, πως το μάθημα πρέπει να το διδάσκουν θεολόγοι, οι οποίοι και γνώστες του αντικειμένου είναι, και καλύτερες παιδαγωγικές μεθόδους γνωρίζουν(!), αλλά και για έναν επιπλέον κοινωνικό λόγο, ώστε να απορροφηθούν αρκετοί και να περιοριστεί η ανεργία (βρήκαν τί θα κάνουν τόσοι θεολόγοι που θα βγάζουν τα εκκλησιαστικά πανεπιστήμια. Θα διδάσκουν στα Δημοτικά!)
Περιοδικό «Ελληνοχριστιανική Αγωγή», τεύχος 527, Ιανουάριος 2006
Σημείωση: Υπογραμμίσεις, θαυμαστικά και σχόλια, δικά μου.
Εδώ βλέπουμε τη «δια βίου θρησκευτική κατήχηση», σ’ όλο της το μεγαλείο!
Αλλ’ ας μας πουν όσοι έχουν αυτούς τους ευσεβείς πόθους, πού υπάρχει γραμμένο ότι η χριστιανική θρησκεία είναι υποχρεωτική για τους Έλληνες; Το Σύνταγμα, βέβαια, την αναγνωρίζει ως επικρατούσα θρησκεία του κράτους (κι αυτό θ’ αλλάξει κάποτε), αλλά από πουθενά δεν προκύπτει πως είναι και υποχρεωτική. Πώς λοιπόν, επιτρέπουμε να διδάσκονται τα «θρησκευτικά» στα «πιο δεκτικά και εύπλαστα» μικρά ελληνόπουλα; Για να υφίστανται από αυτή την τρυφερή ηλικία πλύση εγκεφάλου, που θα τα οδηγήσει στον κατοπινό τους πνευματικό ευνουχισμό; Κανείς γονιός δε νομίζω να προσδοκά τέτοιο μέλλον για τα παιδιά του!
26.9.06
ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΜΟΝΟ...
ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ
Αντιγράφω από το περιοδικό «Ελληνοχριστιανική Αγωγή», Τεύχος 529, Μάρτιος 2006
Ανωνύμου, «Ο φανατισμός και πώς αντιμετωπίζεται». Έκδοση Χριστιανικής Στέγης Καλαμάτας, 2006. (γιατί ανώνυμος; ντρέπεται, ή φοβάται τίποτα;)
Ο ανώνυμος συνεργάτης (όπως λέμε: συνεργάτης χωρίς όνομα!) της Χριστιανικής Στέγης Καλαμάτας, δίνει μια ζωντανή εικόνα αυτού του κοινωνικού φαινομένου, που παρουσιάζει μια εκπληκτική έξαρση στην εποχή μας. Πραγματεύεται το θέμα σε βάθος και πλάτος και το τεκμηριώνει. Τί είναι φανατισμός, ποια είναι τα είδη και οι μορφές εκδηλώσεώς του. Ο Χριστός έναντι του φανατισμού. Η υπέρβαση του φανατισμού. Όπως γράφει στον πρόλογο, ο φανατισμός είναι μια αυθαίρετη απολυτοποίηση μιας ιδεολογίας ή θρησκείας με ταυτόχρονη προσπάθεια επιβολής της με βίαιο τρόπο (σε παγκόσμια κλίμακα). (Ως εδώ, πες καλά)
Το φαινόμενο του θρησκευτικού φανατισμού παρουσιάζει έξαρση στο χώρο του Ισλάμ και άλλων φυλετικών - εθνικών θρησκειών. Αυτός που δεν είναι με το Ισλάμ, θεωρείται άπιστος. Ο συγγραφέας αναφέρεται στις εκδηλώσεις του φανατισμού, όπως είναι ο ψυχολογικός πόλεμος, η προπαγάνδα και η παραπληροφόρηση. (Όοοχι, στο χριστιανισμό δε συμβαίνουν τέτοια πράγματα! Οι μη χριστιανοί δε θεωρούνται άπιστοι, μόνο… αφορίζονται, διώκονται, παλιότερα καίγονταν κιόλας!)
Η πίστη ότι ο Θεός είναι «Πατέρας», εξαφανίζει κάθε ίχνος φανατισμού. Δεν επιδιώκει να επιβληθεί στους οπαδούς διά της βίας. Η πίστη στο Θεό Πατέρα οδηγεί στην αναγνώριση του «άλλου» ως αδελφού.
………………………………………………………………………………………………………………
Χα, χα, χα…δεν επιβλήθηκε ο χριστιανισμός με τη βία! Το ξεκαρδιστικότερο ανέκδοτο! Κύριοι, «ανώνυμοι» παντελονοκαλόγεροι του σκοταδισμού και της παρακμής…Με το Ισλάμ τα βάλατε τώρα! Επί μιάμιση χιλιετία ξεπατώνατε κάθε εθνική θρησκεία, ακόμα και μειονοτήτων, που εξαιτίας σας έχουν εξαφανιστεί σήμερα από προσώπου γης! Αλλά βέβαια, δεν είχατε εσείς φανατισμό, μόνο λίγο παραπάνω…«ένθεο ζήλο»! Και σήμερα; Μια απ’ τα ίδια και χειρότερα! Η αποθέωση της προπαγάνδας και της παραπληροφόρησης: δυο φορές την εβδομάδα, όλα τα παιδιά, από το Δημοτικό ως το Λύκειο, παίρνουν υποχρεωτικά τη δόση τους, με πρώτης ποιότητας «χριστιανική κατήχηση»! Γι’ αυτό, κύριοι «ανώνυμοι», πάψτε να μιλάτε για τους άλλους!
Σημείωση: Οι υπογραμμίσεις και τα σχόλια μέσα στις παρενθέσεις, δικά μου.
21.9.06
ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΕΙΣ
«Μακάριος είναι αυτός που μαθαίνει πώς να ερευνά χωρίς να ζημιώνει τους συνανθρώπους του, αλλά αντιλαμβάνεται την τάξη της αγέραστης φύσης»
Ευριπίδη, σωζόμενο απόσπασμα από άτιτλο, χαμένο δράμα του, -5ος αιώνας.
Ευριπίδη, σωζόμενο απόσπασμα από άτιτλο, χαμένο δράμα του, -5ος αιώνας.
«Υπάρχει μια άλλη μορφή πειρασμού πολύ πιο επικίνδυνου. Είναι η ασθένεια της περιέργειας, αυτή που μας οδηγεί να ανακαλύψουμε τα μυστήρια της φύσης, που δε θα μας δώσουν τίποτα και που ο άνθρωπος δεν πρέπει να επιθυμεί να τα μάθει»
«Ιερού» Αυγουστίνου, 9 αιώνες μετά (+4ος αιώνας)
Αφιερωμένο σ’ εκείνους που ενοχλούνται από το «πίστευε και μη ερεύνα»
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ
18.9.06
ΑΝ...(αφιερωμένο σε γονείς και εκπαιδευτικούς)
ΑΝ ένα παιδί ζει μ’ επικρίσεις,
μαθαίνει να καταδικάζει.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην εχθρότητα,
μαθαίνει να φιλονικεί.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην ειρωνεία,
μαθαίνει να είναι δειλό.
ΑΝ ένα παιδί ζει με το φόβο,
μαθαίνει να είναι ανήσυχο και φοβισμένο.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην ντροπή,
μαθαίνει να νιώθει ένοχο.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην κατανόηση,
μαθαίνει να είναι καρτερικό.
ΑΝ ένα παιδί ζει με ενθάρρυνση,
μαθαίνει να έχει αυτοπεποίθηση.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην αποδοχή,
μαθαίνει ν’ αγαπά.
ΑΝ ένα παιδί ζει με την επιδοκιμασία,
μαθαίνει να έχει στη ζωή του ένα σκοπό.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην τιμιότητα,
μαθαίνει ποια είναι η αλήθεια.
ΑΝ ένα παιδί ζει με δίκαια μεταχείριση,
μαθαίνει τη δικαιοσύνη.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα σε ασφάλεια,
μαθαίνει να εμπιστεύεται τον εαυτό
του και το περιβάλλον του.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα σε παραδοχή και φιλία,
μαθαίνει ότι ο κόσμος είναι όμορφος να ζει
κανείς, ν’ αγαπά και ν’ αγαπιέται!
μαθαίνει να καταδικάζει.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην εχθρότητα,
μαθαίνει να φιλονικεί.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην ειρωνεία,
μαθαίνει να είναι δειλό.
ΑΝ ένα παιδί ζει με το φόβο,
μαθαίνει να είναι ανήσυχο και φοβισμένο.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην ντροπή,
μαθαίνει να νιώθει ένοχο.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην κατανόηση,
μαθαίνει να είναι καρτερικό.
ΑΝ ένα παιδί ζει με ενθάρρυνση,
μαθαίνει να έχει αυτοπεποίθηση.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην αποδοχή,
μαθαίνει ν’ αγαπά.
ΑΝ ένα παιδί ζει με την επιδοκιμασία,
μαθαίνει να έχει στη ζωή του ένα σκοπό.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα στην τιμιότητα,
μαθαίνει ποια είναι η αλήθεια.
ΑΝ ένα παιδί ζει με δίκαια μεταχείριση,
μαθαίνει τη δικαιοσύνη.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα σε ασφάλεια,
μαθαίνει να εμπιστεύεται τον εαυτό
του και το περιβάλλον του.
ΑΝ ένα παιδί ζει μέσα σε παραδοχή και φιλία,
μαθαίνει ότι ο κόσμος είναι όμορφος να ζει
κανείς, ν’ αγαπά και ν’ αγαπιέται!
14.9.06
Η ΑΠΙΘΑΝΗ ΣΥΓΚΛΙΣΗ
Τώρα πια το μαντεύουμε: έτσι καθώς δε θα γεμίσει ποτέ το χαντάκι ανάμεσα στο Βορρά και το Νότο, δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξει μια δίκαιη ανακατανομή των καρπών της ανάπτυξης κι ακόμα λιγότερο ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής για την πλειονότητα του παγκόσμιου πληθυσμού. Η βιομηχανική επανάσταση, αποκολλώντας κάποια έθνη από το σύνολο των υπολοίπων, δημιούργησε ένα χάσμα μεταξύ κατεχόντων και στερουμένων. Όταν γνωρίζουμε πως το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ της Ελβετίας και της Μοζαμβίκης είναι περίπου 400 προς 1 (το 1800 ήταν 5 προς 1), δε βλέπουμε πώς θα μπορούσε να ξεπεραστεί μια τέτοια «καθυστέρηση». Αυτό που δεν επιτεύχθηκε επί δύο αιώνες, παρά τις ευνοϊκές συνθήκες, δε θα επιτευχθεί αύριο, τη στιγμή που οι ζημίες εξαιτίας της ανάπτυξης πολλαπλασιάζονται και εμφανίζονται καινούριες ανεπάρκειες αγαθών (ενέργεια, αέρας, νερό).
Η οικονομική περιπέτεια θα παραμείνει μια συναρπαστική καριέρα για πολλές γενιές, περιουσίες θα συνεχίσουν να οικοδομούνται, συγκλονιστικές διαδρομές ζωής θα φέρουν τους πιο ενδεείς στην κoρυφή, κάποιοι επίλεκτοι άγνωστοι, χάρη στο ταλέντο τους, θα βρεθούν από τη μια μέρα στην άλλη επικεφαλής μιας αυτοκρατορίας. Πλούσια έθνη θα αφανιστούν και θα αναδυθούν κάποιες μικρές δυναμικές χώρες. Όμως, παρ’ όλες τις ανακατατάξεις, παρά τις θεαματικές ανόδους των μεν και τις πτώσεις των δε, πάντα θα υπάρχουν νικητές και νικημένοι στο μεγάλο καπιταλιστικό ξεφάντωμα. Μερικοί γίγαντες όπως η Ινδία, η Ρωσία ή η Κίνα ίσως να τα καταφέρουν χάρη στην ευφυΐα και τη βαρύτητά τους. Όμως εκείνοι που έχασαν το τρένο της ευημερίας έχουν ελάχιστες πιθανότητες να ανέβουν κάποτε σε αυτό. Τόσες και τόσες χώρες στην Αφρική και την Ασία βυθίζονται σε μια αυτοκτονική δίνη, μια διαδικασία συστηματικής αυτοκαταστροφής. Ίσως να υπάρξουν βελτιώσεις, οι φτωχoί θα είναι κάπως λιγότερο φτωχoί αλλά θα είναι περισσότεροι. Τέλος της μυθολογίας του «jackpot», της χρυσής βροχής που θα πέσει πάνω σε όλη την ανθρωπότητα: ό,τι και να κάνουμε, θα υπάρχουν πάντα απορριγμένοι και αδικημένοι. Η ωραία ελπίδα μιας σύγκλισης, ενός πλανητικού παραδείσου, χάνεται.
Αυτό που σήμερα απειλεί αρκετά έθνη του Νότου δεν είναι τόσο ο νεο-ιμπεριαλισμός όσο η απλή εγκατάλειψη. Αφού το 70% των δρώμενων της παγκόσμιας οικονομίας εκτυλίσσεται ανάμεσα στην Ευρώπη, την Ιαπωνία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι πλούσιες χώρες έχουν όλο και λιγότερο ανάγκη τις φτωχές για να πλουτίζουν: ενόσω οι τελευταίες δεν τις απειλούν, οι πρώτες δε νοιάζονται καθόλου για την ανάπτυξή τους. Η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο προϋπέθετε τουλάχιστον ένα στενό ιδιοκτησιακό δεσμό ανάμεσα στον εργοδότη και τους εργαζόμενους, προσδιόριζε ένα χώρο συγκρούσεων, δηλαδή κοινών συμφερόντων. Στο εξής, τη δυστυχία τού να είσαι υποκείμενο εκμετάλλευσης την έχει διαδεχθεί η δυστυχία τού να μην είσαι πια εκμεταλλεύσιμος. Το τρομερό για ορισμένες κοινωνικές κατηγορίες όσο και για πολυάριθμα έθνη δεν είναι τόσο η υποτέλεια όσο η εγκατάλειψη.
Δεν έχει αποδειχθεί ποτέ πως ο πλούτος του Βορρά προήλθε από τη λεηλασία του Νότου: λεηλασία υπάρχει, αλλά δεν πλούτισε ποτέ κανέναν, απόδειξη η αυτοκρατορική Ισπανία. Ο πλούτος του Βορρά οφείλεται στη νοοτροπία των κατοίκων του, στην εργασία τους, στη θρησκεία του κέρδους και της μεταμόρφωσης της φύσης, που άνθησε σε κάποιες ηπείρους. Το πραγματικά απαράδεκτο είναι η αντιπαράθεση μιας χορτάτης μέχρι κορεσμού Δύσης με λιμοκτονούντα έθνη στα οποία έχει δοθεί η υπόσχεση πως δε θα αργήσουν να μπουν στο καπιταλιστικό Ελντοράντο, αρκεί να υποταχθούν σε κάποιους κανόνες. Όμως, πίσω από αυτόν τον ουνιβερσαλιστικό λόγο υπάρχει μια λογική μεροληπτικότητας και θυσίας. Οι ίδιες χώρες συνεχίζουν να παίρνουν τη μερίδα του λέοντος ενώ δισεκατομμύρια άνθρωποι είναι καταδικασμένοι στο καθαρτήριο. Το κέντρο βαρύτητας της παγκόσμιας οικονομίας δε δείχνει καθόλου πως πρόκειται να μετατεθεί!
Πώς να προσκληθείς στο τραπέζι των πλουσίων όταν είσαι ένας μικρός λαός; Κατά πρώτον, χάρη σε μια βαθιά εσωτερική μεταρρύθμιση, αφού δεν υπάρχει χώρα που να μην είναι υπεύθυνη για τη μοίρα της. Αλλά και αρνούμενος να υπακούσεις τυφλά στο καινούριο παγκόσμιο ευαγγέλιο: ιδιωτικοποίηση, απορύθμιση, φιλελευθεροποίηση. Και, κυρίως, καταφέρνοντας να γίνεις απαραίτητος, εξασφαλίζοντας για τον εαυτό σου τη δυνατότητα λήψης κάποιων αντίμετρων, στην περίπτωση που η διεθνής κοινότητα σε εγκαταλείψει ξαφνικά. Αλίμονο σ’ εκείνους που δε διαθέτουν κανένα μέσον στρατηγικής ή οικονομικής πίεσης ενάντια στους μεγάλους της ημέρας: αυτήν ακριβώς την πικρή εμπειρία βιώνει η Αργεντινή. Να γιατί είναι αφελές να περιμένουμε από τον αιώνα που ήρθε μια επιστροφή της ειρήνης και της αδελφότητας. Θα εξακολουθήσουν να κυριαρχούν οι εκβιασμοί, οι απειλές, οι εκφοβισμοί. Υπάρχει μια χρονική δυσαρμονία ανάμεσα στις διάφορες ανθρωπότητες που μοιράζονται αυτόν τον πλανήτη, δε ζούμε όλοι στην ίδια εποχή. Όμως όλοι μας, χάρη στην τεχνολογία, τις επικοινωνίες, είμαστε σύγχρονοι ως προς τη μνησικακία και τη ζήλια. Οι πλούσιες χώρες έχουν αναστρέψει τους κανόνες του παιχνιδιού και έχουν δημιουργήσει μια προσβλητική απόσταση ανάμεσα σ’ αυτές και στον υπόλοιπο κόσμο: η μνησικακία απέναντί τους θ’ αργήσει να σβήσει. Για να είσαι ο πρώτος της τάξης, πρέπει να πληρώσεις ένα αντίτιμο.
Πασκάλ Μπρυκνέρ: «Η μιζέρια του πλούτου». Έκδοση «Αστάρτη» 2002
12.9.06
ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΑΝ
Η πραγματικότητα, όπως την αντιλαμβανόμαστε, είναι εντελώς σχετική με τον τρόπο που εμείς ορίζουμε τις παραμέτρους της. Αυτό που καθορίζει τις αντιλήψεις μας και τον τρόπο της κατανόησης των πραγμάτων γύρω μας είναι η συνείδησή μας, κάτι που ξέρουμε πως είναι εντελώς ρευστό και μεταβαλλόμενο. Άρα κι η πραγματικότητα για μας είναι μια ρευστή και μεταβαλλόμενη κατάσταση, που λογικά απέχει πολύ από την απόλυτη έννοιά της. Η θεώρηση ως σταθερών σημείων αναφοράς, πραγμάτων και καταστάσεων διαρκώς μεταβαλλόμενων, αποτελεί μια αντίφαση. Είναι μια διανοητική ανωμαλία, ένας εγκλωβισμός του νου μας, που δημιουργείται από την ίδια του τη λειτουργία.
Όλες οι αναζητήσεις του ανθρώπου από τη στιγμή της εμφάνισής του πάνω στη γη, είχαν σα στόχο τη βελτίωση της θέσης του, τη μεταβολή της προς το καλύτερο. Και μιλάμε για μια μεταβολή, που όπως όλες, έχει μια απαραίτητη προϋπόθεση: την κατανόηση της πραγματικής του κατάστασης. Η γνώση της πραγματικότητας είναι αυτή που κάνει την αναζήτηση της βελτίωσης να αποκτά νόημα. Γνωρίζοντας την κατάστασή μας έχουμε ήδη αρχίσει να ξεφεύγουμε απ’ την αιχμαλωσία μας, έχουμε ήδη ξεκινήσει ν’ αναζητούμε μια καινούρια θέση ισορροπίας και η αναζήτηση αυτής της καινούριας θέσης μας οδηγεί σε μια λιγότερο λαθεμένη θέση, άρα σε μια βελτιωμένη θέση. Το αν το καταφέρνουμε, εξαρτάται κατά βάση από την επιλογή του καθενός μας, από τη γνώμη που έχει για τη σοβαρότητα ή μη κάποιων ερωτηματικών. Αφορά τη διέγερση που μας προκαλούν τα ερωτήματα και τη διάθεση που έχουμε να δώσουμε απαντήσεις.
Σηκώνοντας τα βλέμματα στον ουρανό, αφήνουμε τη σκέψη μας να ταξιδέψει σ’ αυτό το χαώδες σύμπαν. Εκεί λοιπόν μπορεί να νοιώσουμε να μας διαπερνά ένα ρίγος θαυμασμού για την ασύλληπτη αρμονία. Μπορεί να νοιώσουμε πως κι εμείς αποτελούμε ένα κομμάτι αυτής της αρμονίας. Είναι η ίδια αρμονία που η παρατήρησή της οδήγησε τον άνθρωπο στη διαμόρφωση πολιτισμών από αρχαιότατους χρόνους. Τον οδήγησε στην αντίληψη μιας κοσμικής ενότητας, μιας συμπαντικής ενότητας, που μας δένει και μας προκαλεί να την κατανοήσουμε. Δεν έχουμε λοιπόν να κάνουμε τίποτε άλλο από το ν’ ανοίξουμε τα μάτια μας και να δούμε αυτό τον κοσμικό χορό, στον οποίο συμμετέχουμε, θέλοντας και μη. Μπορεί η συμμετοχή μας να είναι αρμονική, μπορεί όμως να είναι και μια παραφωνία. Πάντως, δεν εξαρτάται από μας η συμμετοχή μας…
Αν κοιτάξουμε τον εαυτό μας προς τα μέσα, θα διαπιστώσουμε πως κι αυτός αποτελεί ένα μικρό σύμπαν. Το ίδιο άγνωστο, το ίδιο ανεξερεύνητο, αλλά πολύ λιγότερο αρμονικό. Η παγκόσμια αρμονία αποτελεί μια πρόκληση κι ένα πρότυπο για μια προσπάθεια εγκόλπωσής της. Ταξιδεύουμε στη γη, όπως ταξιδεύουν τ’ άστρα στον ουρανό. Υπάρχει όμως κι ένα άλλο ταξίδι που οφείλουμε να το κάνουμε παράλληλα, ένα ταξίδι μέσα μας, ένα ταξίδι στην ψυχή μας, αναζητώντας τον εαυτό μας. Ίσως έτσι καταφέρουμε να ηρεμήσουμε τον εσωτερικό μας θόρυβο και να τον μετατρέψουμε σε μελωδία, ίσως έτσι μπορέσουμε ν’ αποβάλουμε αυτό το βασανισμένο μοντέρνο ύφος της ρουτίνας και της καθημερινότητας και να το αντικαταστήσουμε μ’ ένα πύρινο, ζωντανό βλέμμα ενός ταξιδευτή και ίσως, στο τέλος, να βρούμε τη συνταγή που επέτρεψε στους Έλληνες, την εποχή της μεγάλης τους ακμής να πετύχουν, όπως λέει ο Νίτσε, «το κράμα ενός κρασιού, που ταυτόχρονα σε μεθάει και σε κάνει στοχαστικό».
10.9.06
Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
Απ’ όλους τους φόβους που καταδυναστεύουν τον άνθρωπο, κανένας δεν συγκρίνεται με το δέος που μας προκαλεί η θνητότητα. Ακόμη και για κείνους που δεν αντιμετωπίζουν άμεσο κίνδυνο, η προοπτική του θανάτου σε κάποια απρόβλεπτη μελλοντική στιγμή έχει τη δύναμη να προκαλεί κρίσεις άγχους, σαν να πρόκειται για καμιά συμφορά που κρέμεται πάνω από τα κεφάλια κι από την οποία πρέπει κανείς με κάθε τρόπο να διαφύγει. Κάθε πολιτισμός έχει τις παραδοσιακές αντιλήψεις του αναφορικά με ό,τι διαδραματίζεται πέρα απ’ τον τάφο -αντιλήψεις που κυμαίνονται από τις «θεόπνευστες» ουτοπίες ως την σκέτη τρομολαγνεία-, μα σχεδόν κανείς δεν πιστεύει απόλυτα σ’ αυτές τις απίθανες διηγήσεις. Για τον περισσότερο κόσμο, ο θάνατος παραμένει ένα τρομερό μυστήριο, που το νόημά του θα φανερωθεί μόνο αφού θα ’χει επέλθει το μοιραίο. Κι όμως, αν μπορέσουμε να υπερνικήσουμε την αποστροφή μας γι’ αυτό το θέμα και να το εξαντλήσουμε επιμελώς, θα είμαστε σε θέση να μη θεωρούμε το θάνατο ούτε μυστηριώδη ούτε τρομαχτικό.
Πρώτα απ’ όλα, ας απαλλαγούμε απ’ την ιδέα ότι η «μεταθανάτια» κατάσταση θα μπορούσε να διαφέρει από την «προ ζωής» κατάσταση. Μπορεί η ύλη απ’ την οποία αποτελούνται όλα τα έμβια όντα να είναι αιώνια, όμως η ζωή και η συvείδηση είναι εφήμερες και δευτερογενείς ιδιότητες που έρχονται και παρέρχονται, σύμφωνα με τους τρόπους που διατάσσονται τα άτομα έτσι ώστε να συγκροτούνται και να αποσυγκροτούνται οι βιολογικές δομές. Τούτος ο αέναος χορός των στοιχείων της ύλης, όπως μας διαβεβαιώνει στο ποίημά του ο Λουκρήτιος, αποκλείει κάθε δυνατότητα να ’ναι αιώνια η ανθρώπινη ψυχή:
«Κανένας δεν καταλήγει στα σκοτεινά Τάρταρα. Χρειάζεται η ύλη για ν’ αναπτυχθούν οι νέες γενιές, που κι αυτές θα σ’ ακολουθήσουν σαν κλείσει ο κύκλος της ζωής τους. Το ίδιο κι εκείνες που ζήσαν πριν από σένα κι έχουν ήδη υποκύψει και υποκύπτουν. Ποτέ δε θα πάψουν τα πράγματα να γεννιούνται το ένα απ’ το άλλο κι η ζωή δε δίνεται σε κανέναν για να την έχει για ιδιοκτησία του, δίνεται για χρήση. Αναλογίσου, πάλι, εκείνοι οι ατέλειωτοι αιώνες προτού γεννηθούμε, πόσο ασήμαντοι είναι για μας. Σαν σε καθρέφτη μας παρουσιάζει η φύση το είδωλο του μέλλοντος χρόνου όταν θα ’χουμε πεθάνει. Βλέπεις τίποτα το φριχτό; Τίποτα το θλιβερό; Δεν είναι όλα αμέριμνα, περισσότερο κι απ’ τον ύπνο;»
Λουκρήτιος, Για τη φύση των πραγμάτων ΙΙΙ 972 κ.ε.
Δυόμισι αιώνες πριν το Λουκρήτιο, ο Επίκουρος είχε γράψει: «Κοίτα να συνηθίσεις στην ιδέα ότι ο θάνατος για μας είναι ένα τίποτα. Κάθε καλό και κάθε κακό βρίσκεται στην αίσθησή μας όμως θάνατος σημαίνει στέρηση της αίσθησης. Γι’ αυτό, η σωστή εκτίμηση ότι ο θάνατος δε σημαίνει τίποτα για μας, μας βοηθά να χαρούμε τη θνητότητα του βίου Κι αυτό γιατί μας απαλλάσσει από τον πόθο της αθανασίας κι όχι επειδή μας φορτώνει αμέτρητα χρόνια.
Δεν υπάρχει, βλέπεις, τίποτα το φοβερό στη ζωή του ανθρώπου που ’χει αληθινά συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει τίποτα το φοβερό στο να μη ζεις. Άρα είναι ανόητος αυτός που λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι γιατί θα τον κάνει να υποφέρει όταν έρθει, αλλά επειδή υποφέρει με την προσδοκία του θανάτου. Γιατί ό,τι δεν σε στεναχωρεί όταν είναι παρόν, δεν υπάρχει λόγος να σε στεναχωρεί όταν το προσδοκείς. Το πιο ανατριχιαστικό, λοιπόν, από τα κακά, ο θάνατος, είναι ένα τίποτα για μας, ακριβώς επειδή όταν υπάρχουμε εμείς αυτός είναι ανύπαρκτος, κι όταν έρχεται αυτός είμαστε ανύπαρκτοι εμείς. Ο θάνατος λοιπόν δεν έχει να κάνει ούτε με τους ζωντανούς ούτε με τους πεθαμένους, αφού για τους ζωντανούς δεν υπάρχει, ενώ οι τελευταίοι δεν υπάρχουν πια».
Επίκουρος, Επιστολή στο Μενοικέα 124-127
ERIC ANDERSON: «Ο Επίκουρος στον 21ο αιώνα», Εκδόσεις Θύραθεν, 2002
Πρώτα απ’ όλα, ας απαλλαγούμε απ’ την ιδέα ότι η «μεταθανάτια» κατάσταση θα μπορούσε να διαφέρει από την «προ ζωής» κατάσταση. Μπορεί η ύλη απ’ την οποία αποτελούνται όλα τα έμβια όντα να είναι αιώνια, όμως η ζωή και η συvείδηση είναι εφήμερες και δευτερογενείς ιδιότητες που έρχονται και παρέρχονται, σύμφωνα με τους τρόπους που διατάσσονται τα άτομα έτσι ώστε να συγκροτούνται και να αποσυγκροτούνται οι βιολογικές δομές. Τούτος ο αέναος χορός των στοιχείων της ύλης, όπως μας διαβεβαιώνει στο ποίημά του ο Λουκρήτιος, αποκλείει κάθε δυνατότητα να ’ναι αιώνια η ανθρώπινη ψυχή:
«Κανένας δεν καταλήγει στα σκοτεινά Τάρταρα. Χρειάζεται η ύλη για ν’ αναπτυχθούν οι νέες γενιές, που κι αυτές θα σ’ ακολουθήσουν σαν κλείσει ο κύκλος της ζωής τους. Το ίδιο κι εκείνες που ζήσαν πριν από σένα κι έχουν ήδη υποκύψει και υποκύπτουν. Ποτέ δε θα πάψουν τα πράγματα να γεννιούνται το ένα απ’ το άλλο κι η ζωή δε δίνεται σε κανέναν για να την έχει για ιδιοκτησία του, δίνεται για χρήση. Αναλογίσου, πάλι, εκείνοι οι ατέλειωτοι αιώνες προτού γεννηθούμε, πόσο ασήμαντοι είναι για μας. Σαν σε καθρέφτη μας παρουσιάζει η φύση το είδωλο του μέλλοντος χρόνου όταν θα ’χουμε πεθάνει. Βλέπεις τίποτα το φριχτό; Τίποτα το θλιβερό; Δεν είναι όλα αμέριμνα, περισσότερο κι απ’ τον ύπνο;»
Λουκρήτιος, Για τη φύση των πραγμάτων ΙΙΙ 972 κ.ε.
Δυόμισι αιώνες πριν το Λουκρήτιο, ο Επίκουρος είχε γράψει: «Κοίτα να συνηθίσεις στην ιδέα ότι ο θάνατος για μας είναι ένα τίποτα. Κάθε καλό και κάθε κακό βρίσκεται στην αίσθησή μας όμως θάνατος σημαίνει στέρηση της αίσθησης. Γι’ αυτό, η σωστή εκτίμηση ότι ο θάνατος δε σημαίνει τίποτα για μας, μας βοηθά να χαρούμε τη θνητότητα του βίου Κι αυτό γιατί μας απαλλάσσει από τον πόθο της αθανασίας κι όχι επειδή μας φορτώνει αμέτρητα χρόνια.
Δεν υπάρχει, βλέπεις, τίποτα το φοβερό στη ζωή του ανθρώπου που ’χει αληθινά συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει τίποτα το φοβερό στο να μη ζεις. Άρα είναι ανόητος αυτός που λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι γιατί θα τον κάνει να υποφέρει όταν έρθει, αλλά επειδή υποφέρει με την προσδοκία του θανάτου. Γιατί ό,τι δεν σε στεναχωρεί όταν είναι παρόν, δεν υπάρχει λόγος να σε στεναχωρεί όταν το προσδοκείς. Το πιο ανατριχιαστικό, λοιπόν, από τα κακά, ο θάνατος, είναι ένα τίποτα για μας, ακριβώς επειδή όταν υπάρχουμε εμείς αυτός είναι ανύπαρκτος, κι όταν έρχεται αυτός είμαστε ανύπαρκτοι εμείς. Ο θάνατος λοιπόν δεν έχει να κάνει ούτε με τους ζωντανούς ούτε με τους πεθαμένους, αφού για τους ζωντανούς δεν υπάρχει, ενώ οι τελευταίοι δεν υπάρχουν πια».
Επίκουρος, Επιστολή στο Μενοικέα 124-127
ERIC ANDERSON: «Ο Επίκουρος στον 21ο αιώνα», Εκδόσεις Θύραθεν, 2002
2.9.06
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)