18.4.07

PASTORAL

Όταν αναλογιστούμε πως ο συνθέτης της «ποιμενικής» άκουγε για τελευταία φορά πριν από την τραγική του πάθηση τα πουλιά να κελαηδούν, το ρυάκι να τρέχει, τα φύλλα να θροΐζουν, τότε θα νιώσουμε γιατί ο Μπετόβεν θέλησε, αυτή η δόνηση της χαράς, αυτή η φυσιολατρική μέθη, να βρουν μιαν απήχηση παναρμόνια στη μουσική του.

Από τη μέρα εκείνη του 1808 ο Μπετόβεν δε ξανάκουσε ποτέ πια τα πουλιά να κελαηδούν, ούτε τα φύλλα να θροΐζουν, ούτε το ρυάκι να τραγουδάει ανάμεσα στα βραχάκια του. Η φύση ξάνοιγε, βέβαια, κάθε άνοιξη τα κάλλη της στα μάτια του, αλλά το μεθυστικό αυτό πανηγύρι ήταν ολότελα σιωπηλό γι’ αυτόν. Μια που όμως μπορούσε ακόμα να γράφει μουσική, θέλησε να κλείσει για πάντα τους ήχους που τόσο είχε αγαπήσει, στην 6η του συμφωνία. Κι αυτή ήταν η πρώτη κι η τελευταία φορά που ο Μπετόβεν μιμήθηκε ήχους φυσικούς σ’ ένα του έργο.

Υπάρχουν πολλοί Μπετόβεν, όπως υπάρχουν και πολλοί ντα Βίντσι, όπως και πολλοί Γκαίτε. Ο δισυπόστατος Μπετόβεν, που έγραψε τις πρώτες και τις τελευταίες σονάτες, ο Μπετόβεν των κουαρτέτων, ο Μπετόβεν των συμφωνιών, ο γίγαντας της «ενάτης», καθώς κι ο Μπετόβεν της «6ης συμφωνίας».

Ο περίφημος βιογράφος του Μπετόβεν, Έμιλ Λούντβιχ, γράφει γι’ αυτόν στον πρόλογο του ομώνυμου βιβλίου του: «τι μοίρα αλήθεια, να γυρεύεις μ’ όλη τη δύναμή σου τη χαρά, την αγάπη και, πριν να φτάσεις στα μισά του δρόμου, να υποχρεώνεσαι να υποχωρήσεις, να παραιτηθείς. Ποιος άλλος, εκτός από σένα, δε θα ’χανε το θάρρος του; Εσύ όμως μας δίδαξες, όπως κανένας άλλος, να ζούμε ελεύθεροι ανάμεσα στους ανθρώπους, ταπεινοί μπροστά στη συμφορά, εσύ, που παρ’ όλα αυτά φανέρωσες τι δύναμη μπορεί να δείξει μια ψυχή στον αγώνα ενάντια στη μοίρα».

Την ποιμενική συμφωνία έχει εμπνεύσει στο Μπετόβεν η λατρεία του για τη φύση και την άνοιξη, μιαν αχτιδόχαρη μέρα, που ήταν διάχυτη γύρω του η χαρά της ζωής και το ρυάκι κυλούσε στα πόδια του τα διάφανα νερά του, μια μέρα, που το αηδόνι συντόνιζε στην ερημιά το τρυφερό του παράπονο, κοντά στο ανοιξιάτικο εξάγγελμα του κούκου.

Την αγάπη του αυτή για τη φύση τη διαβάζουμε στα τετράδια, που κρατούσε πάντα μαζί του, για να σημειώνει τις εντυπώσεις του: «μέσα στο δάσος αυτή την εποχή όλα είναι μαγεία…» Σε τέτοιες σπάνιες στιγμές, που δραπετεύει από το μαύρο δεσμωτήριο της ζωής του ο μεγάλος δημιουργός ξεκουράζει τη δοκιμασμένη του ψυχή γράφοντας την «ποιμενική», τη συμφωνία που ο Μπερλιόζ αναλύει μ’ αυτά τα εμπνευσμένα λόγια: «δε μπορώ να συγκρίνω την ποιμενική με καμιά άλλη συμφωνία. Η ηρεμία κι η γαλήνη των δύο πρώτων μερών είναι άπειρα γλυκιά και βαθιά μαζί. Οι συναρπαστικές αυτές μελωδίες λικνίζουν τόσο απαλά την ψυχή και γοητεύουν τόσο εύκολα το πνεύμα. Η παραίσθηση είναι ολοκληρωτική. Οι πράσινοι λόφοι, οι ανθισμένες εξοχές, τα πλουμιστά λιβάδια, το ρυάκι που κελαρύζει, τα πουλιά που κελαηδούν, σκορπίζουν θέλγητρα ασύγκριτα. Εκεί μας οδηγεί η συγκαταβατική αυτή τη φορά μεγαλοφυΐα του συνθέτη. Εκεί ο ακροατής χαίρεται τη φύση και την άνοιξη, τις μεγάλες και στοργικές παρηγορήτρες των ανθρώπων. Οι βοσκοί κυκλοφορούν μέσα στους αγρούς με τα κοπάδια τους, οι φλογέρες αντηχούν μακριά και κοντά μας, θελκτικές φράσεις μας χαϊδεύουν την ψυχή σα μυρωμένες αύρες της αυγής. Σμήνη φλύαρα πουλιά περνούν κοντά μας με κελαηδισμούς και τερετίσματα…»

Η σκηνή κοντά στο ρυάκι μας δίνει την εντύπωση, πως ο συνθέτης ξαπλωμένος πάνω στη χλόη, ακούει τα πουλιά να κελαηδούν γλυκά. Το κελάηδισμα του αηδονιού μιμείται με τους ήχους του φλάουτο, με το όμποε τη φωνή του ορτυκιού και με το κλαρινέτο τη φωνή του κούκου!

Το μουσικό τοπίο είναι γεμάτο από ατμούς. Στιγμές-στιγμές μεγάλα σύννεφα κρύβουν τον ήλιο και πάλι σε λίγο υποχωρούν σε χείμαρρους από εκθαμβωτικό φως, που πλημμυρούν τους κάμπους και τα δάση.

Ύστερα ο συνθέτης μας φέρνει σε μια χαρούμενη συντροφιά χωρικών, που χορεύουν στους ήχους λαϊκών οργάνων. Ο χορός ζωηρεύει ολοένα, γίνεται γλέντι ξέφρενο. Φωνές, τρεχάλες, γέλια τρελά!
Έξαφνα, ένας μακρινός ήχος κεραυνού που ακούγεται, προκαλεί τον τρόμο. Οι χοροί σταματούν απότομα. Μια στιγμή σιωπής κι η καταιγίδα ξεσπάει…Ανεμοστρόβιλοι ξεσπούν σε κατακλυσμούς βροχής. Οι βροντές, οι αστραπές, οι κεραυνοί, απειλούν το σύμπαν!

Μα σε λίγο, η οργή τ’ ουρανού γαληνεύει, η καταιγίδα απομακρύνεται και σβήνει. Όλα ξαναγίνονται γελαστά. Οι βοσκοί ξανάρχονται με τους χαρούμενους αντίλαλους που ακούγονται από τα βουνά, όπου είχαν σκορπιστεί τα κοπάδια. Ο ουρανός λάμπει πάλι γαλανός, οι χείμαρροι των νερών στέρεψαν και ξανακούμε τα χαρούμενα αγροτικά τραγούδια με τις γλυκές μελωδίες που ξεκουράζουν την καρδιά την ταραγμένη απ’ την τρομάρα της καταιγίδας.

Η συμφωνία θα τελειώσει σε λίγο με τους ύμνους της χαράς και της ευγνωμοσύνης των απλών ανθρώπων, μα το πνεύμα του ακροατή, μεθυσμένο απ’ τη γοητεία, θα ήθελε να την παρατείνει ακόμη κι ακόμη, βλέποντας στην ονειροφαντασία του τη μαγεμένη σφαίρα, που η μεγαλοφυΐα του Μπετόβεν φανερώνει στο έργο του αυτό.

Και τώρα, ο επίλογος. Υπάρχουν στιγμές στις μπετοβενικές συμφωνίες, που ηχούν με αφάνταστη μεγαλοπρέπεια. Μια απ’ αυτές είναι κι η στιγμή που τα τρομπόνια συντονίζουν εξαγγελτικά τον ευχαριστήριο ύμνο, στο φινάλε της έκτης συμφωνίας, της κοσμαγάπητης «Ποιμενικής»

Αφορμή γι’ αυτό το post πήρα από την ανάρτηση ενός βίντεο στο blog του sfrang με το θρυλικό Herbert von Karajan, να διευθύνει αριστουργηματικά την Berliner Philarmoniker στην 6η συμφωνία
Προτείνω, αφού διαβάσετε το κείμενο, να μεταβείτε στο:
http://sfrang.blogspot.com/2007/04/lv-beethoven-6.html και να δείτε το 36 λεπτών βίντεο (γίνεται και το αντίθετο, βεβαίως!)

Δεν υπάρχουν σχόλια: